Τα ανθεκτικά μικρόβια απειλούν τους Έλληνες

Ούτε μία, ούτε δύο, αλλά περισσότερες από 340.000 δόσεις αντιβιοτικών φαρμάκων καταναλώνουν οι Έλληνες σε καθημερινή βάση, κερδίζοντας επαξίως την πρώτη θέση στον κόσμο στην κατάχρησή τους.

Τα στοιχεία των διεθνών αλλά και των ελληνικών Αρχών είναι συντριπτικά: από τις χώρες του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας & Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), η Ελλάδα έχει την υψηλότερη κατανάλωση αντιβιοτικών στην κοινότητα με 34,04 δόσεις ανά 1.000 κατοίκους την ημέρα, ενώ στην Ευρώπη την χαμηλότερη κατανάλωση έχει η Ολλανδία με 10,58 και στον κόσμο η Χιλή με 9,4 δόσεις ανά 1.000 κατοίκους την ημέρα.

Τα στοιχεία αυτά υποδηλώνουν ότι τα αντιβιοτικά έχουν περάσει στην κουλτούρα μας περίπου ως καραμέλες και έτσι τα παίρνουμε με κάθε πιθανό και απίθανο σύμπτωμα που κρίνουμε ότι «σηκώνει αντιβίωση». Παρά, δε, την οικονομική κρίση, σχεδόν δύο στους δέκα Έλληνες εξακολουθούν να τα προμηθεύονται μόνοι τους, δίχως να μπουν στον κόπο να συμβουλευθούν έναν γιατρό, όπως είχε δείξει δημοσκόπηση που πραγματοποιήθηκε τον περασμένο Νοέμβριο από το ΚΕΕΛΠΝΟ σε συνεργασία με την Kapa Research.

Η ίδια δημοσκόπηση είχε δείξει ότι κάθε χρόνο ένας στους δύο Έλληνες και τρία στα τέσσερα παιδιά υποβάλλονται τουλάχιστον μία φορά σε αντιβιοτική αγωγή, με κυριότερες αιτίες όσες αφορούν το ανώτερο αναπνευστικό: πυρετό μαζί με πονόλαιμο, ιγμορίτιδα, ακροαστικά κ.λπ.

Ωστόσο λιγότερο από το 5% των ενηλίκων με πονόλαιμο και λιγότερο από το 15% των παιδιών με φαρυγγίτιδα ή αμυγδαλίτιδα, έχουν στρεπτόκοκκο στο λαιμό και συνεπώς χρειάζονται αντιβιοτικό. Όλοι οι άλλοι τα παίρνουν επί ματαίω: ο ιός που προκαλεί τα συμπτώματά τους θα κάνει τον κύκλο του και θα υποχωρήσει.

Και σαν να μην έφταναν όλ’ αυτά, δείχνουμε μία επικίνδυνη προτίμηση στα προηγμένα αντιβιοτικά, κυρίως για τις λοιμώξεις του ανώτερου αναπνευστικού και του ουροποιητικού (π.χ. ουρολοίμωξη, κυστίτιδα).

Μάλιστα η χώρα μας έχει την υψηλότερη κατανάλωση στον κόσμο σε 2ης γενιάς αντιβιοτικά, με 9 δόσεις ανά 1.000 κατοίκους την ημέρα, όταν οι επόμενες χειρότερες χώρες (η Σλοβακία και η Νότιος Κορέα) καταναλώνουν 6 δόσεις ανά 1.000 την ημέρα και οι καλύτερες στον κόσμο (π.χ. Αυστραλία, Λουξεμβούργο, Καναδάς) καμία.

Παντοδύναμα

Μ’ αυτά και μ’ αυτά, μοιραία έχουν αυξηθεί ανησυχητικά στη χώρα μας τα μικρόβια που έχουν αντοχή στα αντιβιοτικά – ή αλλιώς η περίφημη μικροβιακή αντοχή.

«Η μία μελέτη μετά την άλλη αποκαλύπτουν ότι εντός και εκτός νοσοκομείων υπάρχει σοβαρό πρόβλημα», λέει ο δρ Αθανάσιος Τσακρής, καθηγητής Μικροβιολογίας στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και πρόεδρος της Ελληνικής Μικροβιολογικής Εταιρείας. «Στην νοσοκομείο αλλά και στην κοινότητα, λ.χ., η αντοχή του σταφυλόκοκκου και του στρεπτόκοκκου στις μακρολίδες (π.χ. ερυθρομυκίνη, κλαριθρομυκίνη, αζιθρομυκίνη κ.λπ.) κυμαίνεται από 25-50%, σύμφωνα με διάφορες μελέτες. Αυτά τα βακτήρια προκαλούν από φαρυγγίτιδα και αμυγδαλίτιδα μέχρι δερματικές λοιμώξεις και πνευμονίες».

Αντίστοιχα, ο πνευμονιόκοκκος (προκαλεί ωτίτιδα, ιγμορίτιδα, πνευμονία και μηνιγγίτιδα σε μικρούς και μεγάλους) έχει στη χώρα μας αντοχή που πλησιάζει το 40% στην πενικιλίνη και στα παρόμοια αντιβιοτικά που λαμβάνονται από το στόμα, ενώ στα πιο προηγμένα (λ.χ. κλαριθρομυκίνη, αζιθρομυκίνη κ.λπ.) η αντοχή μπορεί να ξεπερνάει το 50%.

Εντός των νοσοκομείων, εξ άλλου, «παρατηρούνται ιδιαίτερα ανησυχητικές αντοχές σε μικρόβια, όπως η κλεμπσιέλα της πνευμονίας, που είναι ένα δύσκολο στην αντιμετώπιση βακτήριο το οποίο είναι πλέον ανθεκτικό σε ποσοστό πάνω από 60% στην τελευταία γραμμή άμυνας εναντίον του: τα αντιβιοτικά καρμπαπενέμες», προσθέτει.

Όντως, σύμφωνα με πρώτη κοινή έκθεση για τη χρήση αντιβιοτικών που εξέδωσαν πέρυσι το Ευρωπαϊκό Κέντρο Ελέγχου Νοσημάτων (ECDC), ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Φαρμάκων (EMA) και η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Προδιαγραφών Τροφίμων (EFSA), η χώρα μας είναι… ευρωπαία πρωταθλήτρια στη συχνότητα αντοχής της κλεμπσιέλας στις καρμπαπενέμες.

Στην αμέσως επόμενη χώρα (είναι η Ιταλία) η αντοχή είναι μόλις 28,8%, ενώ ακολουθεί η Ρουμανία με 13,7% και η Κύπρος με 9,2%.

Τι σημαίνει πρακτικά η παρατηρούμενη αντοχή; Ότι «περισσότερο από το 60% των Ελλήνων ασθενών οι οποίοι νοσηλεύονται στο νοσοκομείο με κλεμπσιέλα της πνευμονίας και θα χρειασθούν τα συγκεκριμένα αντιβιοτικά, δεν θα ανταποκριθούν σε αυτά – και εμείς είναι πολύ πιθανό να μην έχουμε εναλλακτική λύση για να αντιμετωπίσουμε τη λοίμωξη από αυτό το πολυανθεκτικό μικρόβιο», απαντά ο καθηγητής.

Ωστόσο και στην υπόλοιπη Ευρώπη ανεβαίνει αργά αλλά σταθερά η συγκεκριμένη αντοχή, αν και ακόμα είναι πολύ χαμηλότερα απ’ ό,τι στην Ελλάδα, η οποία συνολικώς βρίσκεται στην 10η ευρωπαϊκή θέση στην συνολική νοσοκομειακή κατανάλωση αντιβιοτικών, σύμφωνα με το ΚΕΕΛΠΝΟ.

Ζοφερές προβλέψεις και ελπίδες

Η ανθεκτικότητα των μικροβίων στα αντιβιοτικά άρχισε να κάνει ιδιαιτέρως αισθητή την παρουσία της από τις αρχές του 21ου αιώνα και μετά.

Στη χώρα μας, λ.χ., υπερδιπλασιάσθηκε μεταξύ 2005 και 2010 το επίπεδο της αντιμικροβιακής αντοχής σε νοσοκομειακά μικρόβια όπως η κλεμπσιέλα της πνευμονίας και αυξήθηκε σημαντικά στην ψευδομονάδα και στο ακινητοβακτηρίδιο (Acinetobacter baumannii), λέει ο κ. Τσακρής.

Από το 2011 έως σήμερα, όμως, «παρατηρείται μία σταθερότητα ή ίσως και μικρή μείωση στα συνολικά ποσοστά αντοχής της κλεμπσιέλας σε σχέση με τις καρμπαπενέμες, οι οποίες αποτελούν το πιο σημαντικό όπλο για τις Gram- λοιμώξεις στα νοσοκομεία. Αυτό σχετίζεται τόσο με την επιτήρηση και τα μέτρα ελέγχου των λοιμώξεων που λαμβάνει το ΚΕΕΛΠΝΟ, όσο και με την οικονομική κρίση που έχει οδηγήσει σε μείωση της χρήσης αντιβιοτικών για οικονομικούς λόγους και είναι κάτι που γεννά ελπίδες ότι ίσως μπορούμε να αποφύγουμε τα χειρότερα», προσθέτει.

Ωστόσο δεν ισχύει το ίδιο εκτός νοσοκομείων, δηλαδή στην κοινότητα. Αντιθέτως, εκεί παρατηρείται αύξηση του ρυθμού ανάπτυξης μικροβιακής αντοχής μεταξύ 2011 και 2014. Αυτό, όμως, δεν συμβαίνει μόνο στη χώρα μας αλλά σε παγκόσμιο επίπεδο, γεγονός που κάνει τις υγειονομικές Αρχές να ανησυχούν ότι σύντομα η κατάσταση θα είναι εκτός ελέγχου

Τις ανησυχίες τους εντείνει το ενδεχόμενο «μετακίνησης» των ανθεκτικών μικροβίων από χώρα σε χώρα, αλλά και η διαπίστωση ότι τα μικρόβια έχουν επινοήσει νέους μηχανισμούς για να αναπτύσσουν αντοχή και στα πιο «δυνατά» αντιβιοτικά που υπάρχουν.

Έτσι, παρότι σήμερα κυκλοφορούν στην αγορά περισσότερα από 160 είδη αντιβιοτικών, χιλιάδες άνθρωποι πεθαίνουν πλέον από μικρόβια ανθεκτικά σε όλα ενώ πολλαπλάσιοι είναι όσοι υφίστανται ανήκεστες βλάβες, αναπηρίες και ακρωτηριασμούς εξαιτίας τους.

Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας υπολογίζει ότι στην Ευρώπη χάνονται ετησίως 25.000 ζωές εξαιτίας των ανθεκτικών μικροβίων, ενώ σε παγκόσμιο επίπεδο οι νεκροί ανέρχονται σε 700.000 τον χρόνο.

Η μεγάλη ανησυχία των ειδικών είναι ότι, αν δεν αλλάξει εγκαίρως η κατάσταση και αυξηθούν ακόμα περισσότερο τα σημερινά επίπεδα μικροβιακής αντοχής, πολύ σύντομα η ανθρωπότητα θα βρεθεί ενώπιον εκατομμυρίων νεκρών από απλές λοιμώξεις, όπως η αμυγδαλίτιδα, ενώ το κόστος για τα συστήματα υγείας και τις οικονομίες του πλανήτη θα είναι δυσθεώρητο.

Την άποψη αυτή ενστερνίσθηκε την περασμένη εβδομάδα ο βρετανός υπουργός Οικονομικών Τζωρτζ Όσμπορν, ο οποίος σε ομιλία του στην Ουάσινγκτον χαρακτήρισε την μικροβιακή αντοχή «μεγαλύτερη απειλή απ’ ό,τι ο καρκίνος» και προειδοποίησε πως αν δεν ληφθούν άμεσα μέτρα, έως το 2050 θα χάνονται ετησίως 10 εκατομμύρια ζωές από απλές λοιμώξεις.

Στο μεσοδιάστημα, πρόσθεσε, το οικονομικό κόστος θα είναι τεράστιο, με την παγκόσμια οικονομία να επιβαρύνεται κατά τουλάχιστον 88 τρισεκατομμύρια ευρώ. Ήδη, το κόστος της μικροβιακής αντοχής μόνο στην Ευρωπαϊκή Ένωση υπολογίζεται ότι ανέρχεται σε 1,5 δισεκατομμύριο ευρώ ετησίως.

Δράσεις για εξορθολογισμό της χορήγησης

Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, έχουν περάσει 25 χρόνια από τότε που επινοήθηκε η τελευταία νέα οικογένεια αντιβιοτικών ενώ έχουν εντοπισθεί πλέον ακόμα και πανανθεκτικά βακτήρια, δηλαδή μικρόβια τα οποία δεν μπορούν να εξοντωθούν με κανένα από τα γνωστά αντιβιοτικά.

Αυτός είναι και ο λόγος που εδώ και χρόνια διαφυλάσσονται για νοσοκομειακή χρήση όλα τα νέα μόρια που επινοούνται διότι, ει μη τι άλλο, μέσα στα νοσοκομεία είναι βέβαιο ότι θα χορηγηθούν στους ασθενείς που πραγματικά τα χρειάζονται και δεν θα γίνει αλόγιστη χρήση η οποία αυξάνει σημαντικά τον κίνδυνο αντοχής.

Στο πλαίσιο αυτό, για νοσοκομειακή χρήση προορίζονται τα νεότερα αντιβιοτικά φάρμακα (τεντιζολίδη, οριταβανκίνη) τα οποία ενέκρινε πέρυσι ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Φαρμάκων (ΕΜΑ) για την αντιμετώπιση οξέων βακτηριακών δερματικών λοιμώξεων από Gram θετικά βακτήρια, μεταξύ των οποίων συμπεριλαμβάνεται το ιδιαίτερα επιθετικό βακτήριο MRSA (η τεντιζολίδη αναμένεται να κυκλοφορήσει σύντομα στη χώρα μας).

Σε όλο τον κόσμο, εξάλλου, προωθούνται κι άλλες δράσεις για εξορθολογισμό της χορήγησης αντιβιοτικών, όπως η μείωση της χρήσης τους στην κτηνοτροφία η οποία σε πολλές χώρες είναι μεγαλύτερη από αυτήν στους ανθρώπους, η αναθεώρηση των κατευθυντήριων οδηγιών χρήσεως των αντιβιοτικών και η βελτίωση της διάγνωσης με ευρύτερη χρήση απλών τεστ (π.χ. του streptest το οποίο δείχνει σε 5 λεπτά αν ένας ασθενής έχει φαρυγγίτιδα/αμυγδαλίτιδα από στρεπτόκοκκο και χρειάζεται αντιβιοτική αγωγή ή είναι μολυσμένος από ιό οπότε δεν χρειάζεται).

Ιδιαίτερα σημαντικό μέτρο, τέλος, θεωρείται ο περιορισμός της χειρουργικής αντιμικροβιακής προφύλαξης, με τις νεώτερες οδηγίες να συνιστούν μία δόση αντιβιοτικού πριν και το πολύ ακόμη μία αμέσως μετά από τις περισσότερες χειρουργικές επεμβάσεις.

Αριθμοί

20 χρόνια έχουν προσθέσει στη ζωή μας τα αντιβιοτικά μαζί με τους εμβολιασμούς

9 στις 10 φορές ο πονόλαιμος προκαλείται από ιό και ΔΕΝ χρειάζεται αντιβιοτικό

Στην Ελλάδα

50% των ατόμων ηλικίας άνω των 18 ετών πήραν αντιβιοτικό κατά το τελευταίο έτος

72,4% των παιδιών πήραν αντιβιοτικό κατά το τελευταίο έτος

19% παίρνουν αντιβιοτικό χωρίς ιατρική συνταγή

35% έχουν μονίμως στο σπίτι αντιβιοτικό για ώρα ανάγκης.

Στον κόσμο

Σήμερα

25.000 Ευρωπαίοι πεθαίνουν ετησίως από λοιμώξεις ανθεκτικές στα αντιβιοτικά

700.000 ο αντίστοιχος αριθμός σε όλο τον κόσμο

Έως το 2050*

390.000 Ευρωπαίοι θα πεθαίνουν έως το 2050

10 εκατομμύρια οι παγκόσμιοι θάνατοι τον χρόνο έως το 2050

* Πρόβλεψη με συνέχιση των σημερινών τάσεων και αύξηση της μικροβιακής αντοχής κατά 40%

Κατανάλωση αντιβιοτικών στις χώρες του ΟΟΣΑ (δόσεις ανά 1.000 κατοίκους την ημέρα)

Ελλάδα = 34,04

Ιταλία = 30,1

Γαλλία = 28,7

Νότιος Κορέα = 28,4

Αυστραλία = 23,7

Μέσος όρος ΟΟΣΑ = 20,4

Βρετανία = 19,4

Ισπανία = 19,4

Καναδάς = 18,4

Γερμανία = 14,8

Ολλανδία = 10,58 – 114.000 στα 10 εκατομμύρια (147.000)

Χιλή = 9,4

Οι βασικές ομάδες των αντιβιοτικών

* Πενικιλίνες (λ.χ. αμοξισιλίνη, αμπικιλίνη, τικαρσιλίνη, τιτερασιλίνη)

* Κεφαλοσπορίνες (λ.χ. κεφακλόρη, κεφουροξίνη, κεφταζιντίνη)

* Αμινογλυκοσίδες (λ.χ. στρεπτομυκίνη, γενταμικίνη, αμικασίνη)

* Κινολόνες (λ.χ. νορφλοξασίνη, σιπροφλοξασίνη)

* Μακρολίδες (λ.χ. ερυθρομυκίνη, κλαρυθρομυκίνη)

* Τετρακυκλίνες (λ.χ. απλή τετρακυκλίνη, τιγκεκυκλίνη)

Τι να κάνετε

* Να μην παίρνετε ποτέ αντιβιοτικό, αν δεν ρωτήσετε έναν γιατρό.

* Να μην πιέζετε τον γιατρό να σας χορηγήσει αντιβιοτικό.

* Να μην κόβετε πρόωρα τη θεραπεία, επειδή νιώθετε καλύτερα.

* Να συμβουλεύεστε πάλι τον γιατρό, αν περάσουν 3 μέρες από την έναρξη του αντιβιοτικού και δεν βλέπετε καμία βελτίωση

 

ΠΗΓΕΣ: A. Τσακρής, καθηγητής Μικροβιολογίας Πανεπιστημίου Αθηνών, ΚΕΕΛΠΝΟ, WHO/Europe, European Commission

Πηγή: tanea.gr

Related posts

Υπεραιωνόβια γιαγιά 103 ετών μαγειρεύει κάθε μέρα και δίνει συμβουλές μακροζωίας – ΒΙΝΤΕΟ

Ο ΕΟΔΥΥ προειδοποιεί όλους τους γονείς: Τι είναι ο παρβοϊός που κόστισε τη ζωή στο 3,5 ετών κοριτσάκι στη Θεσσαλονίκη

Αντόν Τσέχωφ: Οι καλλιεργημένοι άνθρωποι ξέρουν να σέβονται…