Η αγορά των βιολογικών τροφίμων είναι από τις ταχύτερα αναπτυσσόμενες παγκοσμίως με ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης που κυμαίνεται στο 15-20% την τελευταία δεκαετία. Το ενδιαφέρον των καταναλωτών είναι μεγαλύτερο στις αναπτυγμένες χώρες της Αμερικής και της Ευρώπης όπου διακινείται το 80% των βιολογικών προϊόντων, αλλά ο μεγαλύτερος ρυθμός αύξησης παρατηρείται σήμερα στην Ασία όπου η αγορά τρέχει με 25-30% ετησίως.
Αυτό που ωθεί σε ανάπτυξη τα βιολογικά προϊόντα είναι ο φόβος που επικρατεί σήμερα γύρω από τα φυτοφάρμακα και τα άλλα συνθετικά χημικά των τροφίμων. Τα φυτοφάρμακα σχεδιάστηκαν να είναι τοξικά για τους εχθρούς των φυτών και να έχουν «αμελητέα επίδραση» στα ζώα και τους ανθρώπους αλλά η εμπειρία δείχνει ότι μπορεί να είναι επικίνδυνα για την ανθρώπινη υγεία. Στην Καλιφόρνια της Αμερικής, όπου η κατά κεφαλή κατανάλωση βιολογικών προϊόντων είναι η μεγαλύτερη στον κόσμο, καταγράφηκαν 828 δηλητηριάσεις το 2004 που αποδεδειγμένα προκλήθηκαν από τη χρήση των φυτοφαρμάκων στη διάρκεια της επαγγελματικής χρήση
Μπορεί το μεγαλύτερο κομμάτι των βιολογικών τροφίμων να είναι τα φυτικά προϊόντα, ταφρούτα, τα λαχανικά, τα όσπρια και τα δημητριακά, ωστόσο το ταχύτερα αναπτυσσόμενο κομμάτι αφορά το γάλα, το κρέας και τα αυγά. Τα φάρμακα που δίνονται στα ζώα, ανησυχούν τους καταναλωτές στρέφοντάς τους στις βιολογικές φάρμες όπου χρησιμοποιείται μια διαφορετική ιατρική και προληπτική διαχείριση. Στην ανάπτυξη αυτής της αγοράς συντελούν οι διατροφικές κρίσεις με τις διοξίνες που ξεσπούν κάθε τόσο πανικοβάλλοντας και ευαισθητοποιώντας τους καταναλωτές απέναντι σε θέματα ποιότητας και ασφάλειας των τροφίμων.
Απέναντι στο πρόβλημα των φυτοφαρμάκων, οι ειδικοί δίνουν διάφορες συμβουλές στους καταναλωτές όπως να αποφεύγουν τα γυαλιστερά προϊόντα που παραμένουν συνεχώς φρέσκα και να μην αγοράζουν τα εκτός εποχής γιατί καλλιεργούνται σε θερμοκήπια όπου αναπτύσσονται περισσότεροι μικροοργανισμοί και χρησιμοποιούνται μεγαλύτερες ποσότητες χημικών. Ένας καλός προστατευτικός κανόνας είναι να μην τρώει κάποιος συνέχεια το ίδιο τρόφιμο και από το ίδιο μέρος διότι πιθανόν να συσσωρεύει το ίδιο χημικό. Όταν καταναλώνει μια ποικιλία τροφίμων, το συνολικό τοξικό φορτίο δεν αλλάζει αλλά τα επί μέρους επιβλαβή μόρια είναι λιγότερα. Η λογική είναι ότι τα πολλά μικρά τραύματα είναι προτιμότερα από ένα μεγάλο.Ο δραστικός τρόπος προστασίας απέναντι στα συνθετικά χημικά θεωρήθηκαν τα βιολογικά προϊόντα που χρησιμοποιούν φυσικές ουσίες ή μερικές φορές και συνθετικές που, όμως, διασπώνται γρήγορα. Η ιδέα έγινε αποδεκτή από τους καταναλωτές και σήμερα το ποσοστό των βιολογικών καλλιεργειών στην Ευρώπη ανέρχεται στο 4,5% της συνολικά καλλιεργούμενης έκτασης. Στην Ιταλία είναι 8,5%, στη Γερμανία είναι 6% και στην Ελλάδα που αυξήθηκε ταχύτατα τα τελευταία χρόνια λόγω των επιδοτήσεων, έφτασε στον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Μεγάλη ανάπτυξη παρατηρήθηκε στις παιδικές τροφές καθώς οι μητέρες είναι πολύ ευαίσθητες απέναντι στη διατροφή των παιδιών τους. Στη Γερμανία το βιολογικό γάλα αποτελεί το 70% της συνολικής κατανάλωσης κι επειδή παράγεται σε μεγάλες ποσότητες, έχει χαμηλότερη τιμή σε σχέση με τα ελληνικά γάλατα. Ας σημειωθεί ότι ο Έλληνας καταναλωτής μπορεί να βρει στα βιολογικά καταστήματα και σε ορισμένα σουπερμάρκετ, φθηνό εισαγόμενο βιολογικό γάλα τόσο μακράς διαρκείας όσο και φρέσκο.
Η μόλυνση δεν γνωρίζει σύνορα
Παρότι η αγορά των βιολογικών προϊόντων αναπτύσσεται ταχύτατα τα τελευταία 15 χρόνια, μόλις το 2002 υπήρξε η πρώτη δημοσίευση σε επιστημονικό περιοδικό που συνέκρινε το τοξικό φορτίο των συμβατικών και των βιολογικών προϊόντων. Η μελέτη έδειξε ότι τα βιολογικά προϊόντα έχουν σαφώς λιγότερα συνθετικά χημικά από τα συμβατικά προϊόντα, όμως, δεν είναι απολύτως αγνά διότι η μόλυνση δεν γνωρίζει σύνορα. Τα επιφανειακά και τα υπόγεια νερά σε όλο τον πλανήτη συγκεντρώνουν συνεχώς τοξικές ουσίες και το αποτέλεσμα είναι να μολύνεται κάθε καλλιέργεια. Οι ερευνητές βρήκαν ότι το 23% των βιολογικών προϊόντων περιέχει συνθετικά φυτοφάρμακα ακόμα και αυτά που έχουν απαγορευτεί. Αν αφαιρέσει κανείς τα απαγορευμένα, τα υπόλοιπα φυτοφάρμακα ανιχνεύθηκαν στο 13% των δειγματοληψιών. Από την άλλη μεριά, τα συμβατικά προϊόντα βρέθηκε να περιέχουν φυτοφάρμακα στο 73%.
Η μελέτη απογοήτευσε όσους πίστευαν ότι τα βιολογικά προϊόντα είναι εντελώς αγνά, ωστόσο έδειξε ότι πράγματι διαφέρουν αρκετά από τα συμβατικά. Το αποτέλεσμα μπορεί να παρουσιαστεί ως εξής: Τα συμβατικά προϊόντα είναι 3,2 φορές πιο πιθανό να περιέχουν φυτοφάρμακα σε σχέση με τα βιολογικά. Τα φρούτα είναι 3,6 φορές πιο πιθανό και τα λαχανικά είναι 6,8 φορές. Το 2006, μια άλλη μελέτη που βασίστηκε στη βελγική αγορά, βρήκε ότι τα συμβατικά προϊόντα ήταν 4,1 φορές πιο πιθανό να περιέχουν φυτοφάρμακα. Οι παραπάνω συσχετίσεις αφορούν τη συχνότητα εμφάνισης των συνθετικών χημικών και όχι την ποσότητά τους.
Συμβατικά και βιολογικά προϊόντα: Τι λένε οι ερευνητές
Μύθοι και αλήθειες
Μεγάλα ονόματα στον χώρο της διατροφής πιστεύουν ότι τα κατάλοιπα των φυτοφαρμάκων στα φρούτα και τα λαχανικά καταναλώνονται σε πολύ μικρές ποσότητες για να είναι επικίνδυνα. Ο διάσημος βρετανός επιδημιολόγος Ρίτσαρντ Ντολλ, που είχε πρώτος βρει τη σύνδεση των τσιγάρων με τον καρκίνο του πνεύμονα, θεωρούσε ότι τα φυτοφάρμακα δεν είχαν αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία. Μάλιστα το 1992 έγραψε σε εφημερίδα ότι το κοινό έπρεπε να αγνοήσει τις αρνητικές προειδοποιήσεις διότι προέρχονταν από την «αντι-επιστημονική μαφία».
Ένας άλλος σημαντικός ερευνητής, ο αμερικανός καθηγητής βιοχημείας Μπρους Έιμς, στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια στο Μπέρκλεϊ πήρε τελικά θέση υπέρ των φυτοφαρμάκων. Τη δεκαετία του 1970 ο Έιμς ήταν ο ήρωας των ακτιβιστών για την προστασία του περιβάλλοντος και διαβεβαίωνε ότι ακόμα και ίχνη φυτοφαρμάκων μπορούσαν να προκαλέσουν αλλοίωση στο μόριο του DNA και ενδεχομένως καρκίνο. Πράγματι, το 59% των συνθετικών φυτοφαρμάκων που έχουν δοκιμαστεί μέχρι σήμερα στα τρωκτικά βρέθηκε να είναι καρκινογόνα. Στη συνέχεια όμως, τα τεστ στα τρωκτικά έδειξαν ότι και τα μόρια που υπάρχουν εκ φύσεως στα τρόφιμα προκαλούν καρκίνους στα τρωκτικά, περίπου στο ίδιο ποσοστό με τα συνθετικά. Βρέθηκε για παράδειγμα ότι στον καφέ υπάρχουν τουλάχιστον 20 μόρια που όταν δίνονται σε μεγάλες ποσότητες στα ποντίκια προκαλούν καρκίνο.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1980, ο Έιμς άλλαξε γνώμη λέγοντας πως δεν είναι αποδεδειγμένο ότι τα κατάλοιπα των φυτοφαρμάκων προκαλούν καρκίνο. Κατά τη γνώμη του ο καρκίνος στα ζώα προκύπτει όχι τόσο από αυτή καθ’ εαυτή την ουσία όσο από τη μεγάλη δόση. Η συσσώρευση μιας ουσίας είναι που σκοτώνει τα κύτταρα προκαλώντας την αντικατάστασή τους. Αυτό αυξάνει τον ρυθμό των διαιρέσεων και άρα την πιθανότητα εμφάνισης καρκίνου. Έτσι καμία επιδημιολογική έρευνα μέχρι σήμερα δεν έχει καταλήξει ότι οι άνθρωποι που πίνουν καφέ κινδυνεύουν από καρκίνο περισσότερο από αυτούς που δεν πίνουν.
Τελικά, ο Έιμς έγραψε στους συνεργάτες του το 2002: «Αν μειώνοντας τα φυτοφάρμακα, τα φρούτα και τα λαχανικά γίνουν ακριβότερα και μειωθεί η κατανάλωσή τους, τα ποσοστά των καρκίνων θα αυξηθούν, ειδικά στους φτωχούς». Κι ακόμα: «Σ’ ένα μόνο φλιτζάνι καφέ, τα φυσικά χημικά που είναι καρκινογόνα στα ποντίκια ισοδυναμούν με το βάρος των καρκινογόνων συνθετικών φυτοφαρμάκων που παίρνει κανείς μέσα σ’ ένα έτος».
Όλα είναι ζήτημα τιμής;
Όσον αφορά το θέμα της τιμής οι εκπρόσωποι των εταιρειών λένε ότι τα βιολογικά προϊόντα είναι κατά μέσο όρο 30% πιο ακριβά από τα συμβατικά ωστόσο ο καταναλωτής συναντά μια μεγαλύτερη διαφορά στα επί μέρους προϊόντα. Σε ορισμένες κατηγορίες όπως στο κρέας η τιμή των βιολογικών είναι αρκετά υψηλότερη. Γενικά, τα βιολογικά είναι πιο ακριβά διότι υπάρχει μικρότερη παραγωγή και η διαχείριση είναι πιο απαιτητική ανεβάζοντας το κόστος.
«Τα εισαγόμενα βιολογικά προϊόντα επιβαρύνονται με μεταφορικό κόστος που ανεβάζει 20-30% την τιμή», λέει ο Μιχάλης Κόκκινος, εμπορικός υπεύθυνος της εταιρείας Mediterranean Farm που διαθέτει επτά δικά της καταστήματα βιολογικών και προμηθεύει δεκάδες άλλα. «Αυτό συμβαίνει διότι οι ποσότητες είναι μικρές και το κόστος ανεβαίνει δυσανάλογα. Υπάρχει και το θέμα της οργάνωσης της αγοράς. Όταν για παράδειγμα κάποιος ψάχνει να βρει λινέλαιο που βάσει των μελετών ασκεί ευεργετική επίδραση στην καρδιά και δεν το βρίσκει, θα το αγοράσει τελικά σε υψηλή τιμή. Πάντως, σαν εταιρεία προσπαθούμε να επιτύχουμε όσο γίνεται χαμηλές τιμές για τον καταναλωτή».
Στα βιολογικά και οι παραδοσιακοί παίκτες;